1 00:00:07,187 --> 00:00:09,312 ΜΙΑ ΠΡΩΤΟΤΥΠΗ ΣΕΙΡΑ ΤΟΥ NETFLIX 2 00:01:22,896 --> 00:01:24,479 -Τρέξε! -Και ο Μάιλς; 3 00:01:24,562 --> 00:01:26,979 Μην ανησυχείς. Εμείς πρέπει να φύγουμε. 4 00:01:27,646 --> 00:01:30,646 -Πού πάμε; -Δεν ξέρω, όπου να 'ναι! 5 00:01:30,729 --> 00:01:32,771 Όχι! Δεν μ' αρέσει αυτό το παιχνίδι! 6 00:01:33,229 --> 00:01:35,146 -Δεν φεύγω! -Φλόρα! 7 00:01:35,229 --> 00:01:36,604 Δεν θα μ' αναγκάσεις! 8 00:01:37,396 --> 00:01:39,646 -Μάιλς! Πού είσαι; -Πρέπει να φύγουμε! 9 00:01:59,979 --> 00:02:02,229 Γύρω στα μέσα του 17ου αιώνα… 10 00:02:06,729 --> 00:02:09,979 στην επαρχία του Χάμσαϊρ ζούσε ένας χήρος αριστοκράτης. 11 00:02:11,646 --> 00:02:16,396 Το όνομά του δεν είναι σημασίας, γι' αυτό ας τον πούμε κύριο Γουίλομπι. 12 00:02:16,979 --> 00:02:20,021 Ένα όνομα που, όπως και το αληθινό, απηχεί σεβασμό. 13 00:02:22,521 --> 00:02:25,229 Χήρεψε μετά από έξι χρόνια γάμου 14 00:02:25,812 --> 00:02:28,354 και είχε αφοσιωθεί στις απογόνους του. 15 00:02:28,437 --> 00:02:31,979 Στις δύο κόρες του, που γεννήθηκαν με διαφορά πέντε ετών. 16 00:02:32,562 --> 00:02:35,896 Βάιολα λεγόταν η μεγαλύτερη, Πέρντιτα η μικρότερη, 17 00:02:36,396 --> 00:02:41,104 στη μνήμη της μικρής που γεννήθηκε ανάμεσά τους, αλλά έζησε λίγες εβδομάδες. 18 00:02:43,896 --> 00:02:48,187 Η κηδεία του πατέρα τις έφερε αντιμέτωπες με την επιτακτική ανάγκη του γάμου. 19 00:02:49,062 --> 00:02:50,729 Οι δύο δεσποινίδες 20 00:02:50,812 --> 00:02:54,062 θα έχαναν τον έλεγχο των επιχειρήσεων του κου Γουίλομπι. 21 00:02:54,646 --> 00:02:56,479 Και της έπαυλης Μπλάι. 22 00:02:57,062 --> 00:02:58,771 Του μόνου σπιτιού που γνώριζαν. 23 00:03:05,437 --> 00:03:07,812 Οι γυναίκες της εποχής δεν είχαν τίποτα. 24 00:03:08,646 --> 00:03:11,771 Ούτε παρόν ούτε μέλλον, αν δεν δένονταν με έναν άντρα. 25 00:03:13,729 --> 00:03:15,812 Κι έτσι, έγιναν ξανά κοριτσάκια. 26 00:03:17,437 --> 00:03:20,562 Αλλά δεν είχαν τίποτε στον κόσμο, μόνο η μία την άλλη. 27 00:03:24,812 --> 00:03:29,229 Οι δύο αδελφές βρίσκονταν την εποχή εκείνη στο άνθος της ηλικίας τους. 28 00:03:29,854 --> 00:03:32,187 Η Πέρντιτα χαριτωμένη. 29 00:03:32,271 --> 00:03:33,521 Η Βάιολα πνευματώδης. 30 00:03:34,271 --> 00:03:37,312 Η Βάιολα, ασφαλώς, με τα πιο φίνα φορέματα. 31 00:03:37,396 --> 00:03:38,271 Πάντα. 32 00:03:39,021 --> 00:03:43,354 Ανάμεσα στους νέους, φίλους και γείτονες, υπήρχαν πολλοί εξαίρετοι νεαροί. 33 00:03:43,937 --> 00:03:45,479 Αρκετοί σταθεροί μνηστήρες 34 00:03:45,562 --> 00:03:49,896 και δυο τρεις που απολάμβαναν τη φήμη του γόη σε όλες τις περιστάσεις 35 00:03:50,687 --> 00:03:51,729 ή του κατακτητή. 36 00:03:52,479 --> 00:03:54,604 Η Βάιολα, όμως, ήξερε τι ήταν. 37 00:03:55,146 --> 00:03:58,604 Αδηφάγοι, καιροσκόποι, όρνια. 38 00:04:00,604 --> 00:04:03,479 Όρνια που γυρόφερναν το κουφάρι του πατέρα τους, 39 00:04:04,604 --> 00:04:06,812 για να λεηλατήσουν την περιουσία του. 40 00:04:07,729 --> 00:04:10,729 Όχι, το Μπλάι έπρεπε να παραμείνει στην οικογένεια 41 00:04:10,812 --> 00:04:13,104 και να το διαχειρίζονται οι αδερφές, 42 00:04:13,187 --> 00:04:15,354 για να μη χαθούν όλα στον ίδιο τάφο. 43 00:04:18,271 --> 00:04:21,312 Έτσι, η Βάιολα προσκάλεσε έναν μακρινό εξάδελφο. 44 00:04:22,854 --> 00:04:24,729 Τον κο Άρθουρ Λόιντ. 45 00:04:27,521 --> 00:04:29,396 Δεν ήταν και πρότυπο. 46 00:04:30,604 --> 00:04:32,812 Επρόκειτο για έντιμο, αποφασιστικό 47 00:04:32,896 --> 00:04:34,396 κι έξυπνο νεαρό. 48 00:04:35,312 --> 00:04:36,896 Πλούσιος σε χρήμα, 49 00:04:37,521 --> 00:04:39,687 σε υγεία και βολικές ελπίδες. 50 00:04:39,771 --> 00:04:42,271 Και με ερωτικές περιπέτειες στο ενεργητικό του. 51 00:04:45,854 --> 00:04:48,812 Η Βάιολα φρόντισε να απουσιάζει κατά την άφιξή του. 52 00:04:49,687 --> 00:04:52,812 Έτσι, η Πέρντιτα ανέλαβε την ψυχαγωγία του εξαδέλφου, 53 00:04:52,896 --> 00:04:57,229 ενώ η Βάιολα περίμενε τη σωστή στιγμή, κι έτσι έμαθε ότι ήταν κύριος. 54 00:04:58,146 --> 00:05:01,604 Είχε όμορφο πρόσωπο. Ήταν σπουδαγμένος και ταξιδεμένος. 55 00:05:01,687 --> 00:05:04,521 Μιλούσε γαλλικά, έπαιζε φλάουτο 56 00:05:04,604 --> 00:05:07,437 και απήγγειλε ποίηση σπουδαίας αισθητικής. 57 00:05:09,437 --> 00:05:13,479 Μόλις η Πέρντιτα άρχισε να νιώθει πραγματική ταραχή για τον νεαρό… 58 00:05:20,312 --> 00:05:24,979 Η Βάιολα δικαιολογήθηκε ότι άργησε λόγω διαμάχης για καθυστερημένα ενοίκια. 59 00:05:25,062 --> 00:05:27,937 Εκμεταλλευόμενοι τον θάνατο του πατέρα, 60 00:05:28,021 --> 00:05:30,854 κάποιοι υπέθεσαν ότι δεν ήξερε να κρατάει βιβλία. 61 00:05:31,604 --> 00:05:34,812 Ήταν αλήθεια, αλλά και θέατρο. 62 00:05:35,937 --> 00:05:39,104 Κάθε λεπτομέρεια στην είσοδο της Βάιολα ήταν σκηνοθετημένη. 63 00:05:39,687 --> 00:05:41,146 Ο ιδρώτας μετά την ιππασία, 64 00:05:41,229 --> 00:05:42,812 τα ανακατεμένα μαλλιά. 65 00:05:42,896 --> 00:05:44,687 Οι επιχειρήσεις, τα βιβλία. 66 00:05:45,146 --> 00:05:47,021 Οι μπότες ιππασίας στο φουαγιέ. 67 00:05:47,104 --> 00:05:49,187 Ακόμα και το πορτρέτο στο βάθος, 68 00:05:49,271 --> 00:05:52,937 παραγγελία της Βάιολα, αποτελούσε μήνυμα προς τον Άρθουρ. 69 00:05:53,021 --> 00:05:55,479 Είτε παντρευτεί αυτήν είτε την αδερφή της, 70 00:05:55,562 --> 00:05:58,812 δεν χωρεί αμφιβολία ούτε ποιος κουμαντάρει το Μπλάι 71 00:05:59,229 --> 00:06:00,979 ούτε πώς το κουμαντάρει. 72 00:06:02,479 --> 00:06:06,396 Ο γάμος ήταν μικρός, όπως άρμοζε στην επιχειρηματική συμφωνία. 73 00:06:06,979 --> 00:06:08,979 Εξαιρετική έκβαση για τη Βάιολα, 74 00:06:09,062 --> 00:06:11,646 που θα παρέμενε λαίδη του Μπλάι. 75 00:06:12,312 --> 00:06:14,187 Εξαιρετική και για την Πέρντιτα, 76 00:06:14,271 --> 00:06:16,812 που πάντα απολάμβανε την άνεση του πατρικού. 77 00:06:16,896 --> 00:06:19,437 Θα μοιραστώ τη ζωή μου από σήμερα, 78 00:06:20,229 --> 00:06:23,437 στις χαρές και στις λύπες, στα πλούτη και στη φτώχεια, 79 00:06:23,521 --> 00:06:25,229 στην αρρώστια και στην υγεία, 80 00:06:25,729 --> 00:06:27,937 θα σε αγαπώ και θα σε φροντίζω, 81 00:06:28,604 --> 00:06:30,479 μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος. 82 00:06:33,479 --> 00:06:36,021 Όπως ορίζει ο Θεός, 83 00:06:37,979 --> 00:06:41,146 σε σένα δίνω ιερό όρκο. 84 00:06:44,646 --> 00:06:48,646 Εγώ η Βάιολα δέχομαι εσένα, Άρθουρ, ως νόμιμο σύζυγό μου. 85 00:06:49,437 --> 00:06:51,437 Θα μοιραστώ τη ζωή μου από σήμερα, 86 00:06:52,021 --> 00:06:54,729 στις χαρές και στις λύπες, στα πλούτη και στη φτώχεια, 87 00:06:54,812 --> 00:06:56,604 στην αρρώστια και στην υγεία, 88 00:06:56,687 --> 00:06:58,771 θα σε αγαπώ και θα σε φροντίζω, 89 00:07:01,312 --> 00:07:03,104 μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος. 90 00:07:04,729 --> 00:07:07,812 "Και θα σε υπακούω. Θα σε αγαπώ, θα σε φροντίζω 91 00:07:08,479 --> 00:07:09,937 και θα σε υπακούω". 92 00:07:15,229 --> 00:07:18,187 Ο ιερέας θεώρησε αθώα την παράλειψη. 93 00:07:18,271 --> 00:07:19,146 Δεν ήταν. 94 00:07:19,687 --> 00:07:22,937 Η Πέρντιτα δεν εξεπλάγη, ήξερε καλά την αδερφή της. 95 00:07:23,562 --> 00:07:26,187 "Καμία έκπληξη για τον Θεό" σκέφτηκε η Πέρντιτα, 96 00:07:26,271 --> 00:07:28,771 τη στιγμή που ευλογήθηκε ο γάμος συμφέροντος. 97 00:07:28,854 --> 00:07:30,771 Αυτός, άλλωστε, την έπλασε έτσι. 98 00:08:05,979 --> 00:08:08,521 Η συναλλαγή έγινε, η συμφωνία σφραγίστηκε, 99 00:08:08,604 --> 00:08:10,104 η έπαυλη σώθηκε, 100 00:08:10,187 --> 00:08:12,521 συλλογίστηκε η νεαρή Βάιολα. 101 00:08:14,187 --> 00:08:15,437 Κοιμόταν. 102 00:08:17,604 --> 00:08:18,479 Και ξυπνούσε. 103 00:08:21,146 --> 00:08:23,437 "Ίσως φταίει το δωμάτιο", σκεφτόταν. 104 00:08:23,521 --> 00:08:27,854 Ήταν της μητέρας της, το κρεβάτι των γονιών της, τώρα δικό της. 105 00:08:30,771 --> 00:08:33,854 Κυριευμένη από ανησυχία πρωτοφανή για την καρδιά της, 106 00:08:34,979 --> 00:08:36,021 περπατούσε. 107 00:08:41,312 --> 00:08:42,396 Κοιμόταν. 108 00:08:45,187 --> 00:08:46,271 Και ξυπνούσε. 109 00:08:49,104 --> 00:08:50,146 Περπατούσε. 110 00:08:53,229 --> 00:08:55,437 Ίσως, τελικά, δεν έφταιγε το δωμάτιο. 111 00:08:56,146 --> 00:08:58,229 Όχι, ίσως έφταιγε κάτι άλλο. 112 00:09:03,687 --> 00:09:06,521 Η Βάιολα ανακάλυψε ότι, πέρα απ' το συμφέρον, 113 00:09:06,604 --> 00:09:09,604 ο γάμος της, τελικά, ίσως περιλάμβανε κάποια αγάπη. 114 00:09:26,187 --> 00:09:28,604 Δεν έχω γλυκόλογα να σου πω. 115 00:09:29,812 --> 00:09:31,146 Είναι σκληρή η ζωή. 116 00:09:33,271 --> 00:09:34,937 Εσύ, όμως, είσαι πιο σκληρή. 117 00:09:37,146 --> 00:09:38,562 Το Μπλάι ανήκει σε σένα. 118 00:09:39,062 --> 00:09:41,479 Κι όλοι θα προσπαθήσουν να σου το πάρουν. 119 00:09:42,729 --> 00:09:44,562 Αλλά δεν θα τους αφήσω. 120 00:09:46,312 --> 00:09:49,062 Αντιθέτως, θα κινήσουμε βουνά, κορίτσι μου. 121 00:09:51,104 --> 00:09:52,146 Εσύ. 122 00:09:53,854 --> 00:09:54,896 Εγώ. 123 00:09:56,646 --> 00:09:57,479 Εμείς. 124 00:10:06,021 --> 00:10:07,729 Ήταν ευτυχισμένες εποχές, 125 00:10:08,312 --> 00:10:09,979 μετά τη γέννηση της Ίζαμπελ. 126 00:10:10,812 --> 00:10:14,646 Τίποτα, όμως, δεν μένει σταθερό, όλα αλλάζουν με τον χρόνο. 127 00:10:14,729 --> 00:10:17,229 Η αλλαγή σπανίως προειδοποιεί. 128 00:10:17,312 --> 00:10:19,896 Δεν διατυμπανίζει την άφιξή της. 129 00:10:19,979 --> 00:10:22,104 Όχι, η αλλαγή προκύπτει. 130 00:10:22,729 --> 00:10:25,354 Κι όταν κάποιος συνειδητοποιεί την άφιξή της, 131 00:10:25,812 --> 00:10:27,854 αυτή έχει ήδη βγάλει ρίζες. 132 00:10:33,396 --> 00:10:34,521 Όσο για τη Βάιολα, 133 00:10:36,312 --> 00:10:38,562 είχε ψήγματα υποψίας, 134 00:10:38,646 --> 00:10:42,187 επουσιώδη, σαν την ενόχληση στους πνεύμονες. 135 00:10:44,229 --> 00:10:49,062 Η Βάιολα αγαπούσε υπέρμετρα τα φορέματα και είχε εξαιρετική αισθητική, 136 00:10:49,604 --> 00:10:51,562 την οποία ικανοποιούσε ο σύζυγος. 137 00:10:52,271 --> 00:10:55,604 Άπειρα μέτρα υφασμάτων από μετάξι και σατέν, 138 00:10:55,687 --> 00:10:59,771 μουσελίνα, βελούδο και δαντέλα, από όλον τον κόσμο, 139 00:10:59,854 --> 00:11:01,771 χωρίς να λυπηθούν τα έξοδα. 140 00:11:01,854 --> 00:11:05,479 Τόσο σπάνια και πλούσια, σαν να υφάνθηκαν από νήματα θησαυρών, 141 00:11:06,062 --> 00:11:10,937 κυλούσαν μέσα απ' τα πανούργα χέρια της, δίχως να ξεστομίζει κομπασμούς. 142 00:11:14,771 --> 00:11:17,729 Όχι, μόνο την αρρώστια ξεστόμιζε, 143 00:11:19,854 --> 00:11:22,062 την οποία δεν μπορούσε πια να αγνοεί. 144 00:12:07,729 --> 00:12:08,979 Δεν είναι πανούκλα. 145 00:12:09,062 --> 00:12:10,187 Δόξα τω Θεώ! 146 00:12:12,229 --> 00:12:14,229 Αλλά δεν είναι καλά τα νέα. 147 00:12:14,312 --> 00:12:15,771 Έχει το χτικιό. 148 00:12:16,396 --> 00:12:17,646 -Τι θα… -Πόσον καιρό; 149 00:12:17,729 --> 00:12:19,937 -Τι θα πει αυτό; -Πόσον καιρό έχει, γιατρέ; 150 00:12:20,021 --> 00:12:21,896 Μήνες, το πολύ. 151 00:12:23,021 --> 00:12:25,604 Και καλύτερα να απομονωθεί από όλους σας. 152 00:12:26,146 --> 00:12:27,312 Η κόρη μας… 153 00:12:28,229 --> 00:12:30,396 δεν κοιμάται χωρίς τη μητέρα της. 154 00:12:30,479 --> 00:12:32,937 -Να απομονωθεί. -Θα τη θεραπεύσεις. 155 00:12:34,146 --> 00:12:35,062 Θα τη γιατρέψεις. 156 00:12:35,562 --> 00:12:37,771 -Δεν γνωρίζω αν μπορώ. -Θα το κάνεις. 157 00:12:38,937 --> 00:12:41,354 Ο Θεός να σε βοηθήσει, αλλά θα το κάνεις. 158 00:12:54,062 --> 00:12:55,229 Όχι. 159 00:12:56,354 --> 00:12:57,812 Θέλω το κρεβάτι μας. 160 00:12:58,854 --> 00:13:00,229 Δεν γίνεται, αγάπη μου. 161 00:13:01,937 --> 00:13:03,937 Θέλω το κρεβάτι μας. 162 00:13:04,979 --> 00:13:05,812 Άρθουρ… 163 00:13:08,021 --> 00:13:09,562 -Σε παρακαλώ. -Η Ίζαμπελ… 164 00:13:11,104 --> 00:13:12,229 Σκέψου την Ίζαμπελ. 165 00:14:27,354 --> 00:14:31,312 Αφού εξάντλησαν όλα τα μέσα, ο ιερέας ήρθε ξανά στο Μπλάι, 166 00:14:32,812 --> 00:14:35,271 αλλά για να τελέσει ένα μυστήριο θλιβερό, 167 00:14:36,104 --> 00:14:39,187 σε αντίθεση με το ευτυχές μυστήριο του γάμου. 168 00:14:39,271 --> 00:14:42,437 "Και θα φύγω και θα ετοιμάσω για εσάς τόπο. 169 00:14:43,604 --> 00:14:45,646 Και θα επιστρέψω μετά 170 00:14:46,896 --> 00:14:49,312 και θα σας πάρω κοντά μου, 171 00:14:50,521 --> 00:14:52,354 ώστε εκεί που θα είμαι εγώ, 172 00:14:52,437 --> 00:14:54,229 να είστε κι εσείς." 173 00:14:57,479 --> 00:14:58,312 Αδελφή, 174 00:14:59,229 --> 00:15:01,312 πρέπει να επαναλάβεις τους στίχους. 175 00:15:02,396 --> 00:15:04,021 Επανάλαβε μετά από μένα. 176 00:15:05,437 --> 00:15:08,229 "Και θα φύγω και θα ετοιμάσω για εσάς τόπο. 177 00:15:10,396 --> 00:15:14,271 Και θα επιστρέψω και θα σας πάρω κοντά μου, 178 00:15:14,854 --> 00:15:18,521 ώστε εκεί που θα είμαι εγώ, να είστε κι εσείς." 179 00:15:19,854 --> 00:15:22,229 Αδελφή, ας προσπαθήσουμε ξανά. 180 00:15:24,437 --> 00:15:27,479 "Και θα φύγω και θα ετοιμάσω για εσάς τόπο." 181 00:15:27,562 --> 00:15:28,521 Όχι. 182 00:15:29,437 --> 00:15:30,354 Τι είπατε; 183 00:15:32,187 --> 00:15:33,021 Όχι. 184 00:15:34,479 --> 00:15:35,729 Δεν θα φύγω. 185 00:15:39,437 --> 00:15:40,812 Πες στον Θεό σου… 186 00:15:41,854 --> 00:15:46,396 ότι εγώ δεν θα φύγω. 187 00:15:49,479 --> 00:15:52,187 Βάιολα, πρέπει να επαναλάβεις τους στίχους. 188 00:15:53,271 --> 00:15:57,021 Δεν αφορά πια το σώμα σου, αγάπη μου. 189 00:15:57,771 --> 00:16:00,062 Αλλά την ψυχή σου. 190 00:16:00,146 --> 00:16:03,021 -Για την ψυχή σου ανησυχώ. -Όχι! 191 00:16:03,104 --> 00:16:04,396 Πέρντιτα, μη. 192 00:16:04,479 --> 00:16:06,021 Έτσι μπράβο, αδερφή μου. 193 00:16:06,104 --> 00:16:09,521 Και στον ιερέα και στον Θεό που υπηρετεί 194 00:16:09,604 --> 00:16:10,562 πες τους όχι. 195 00:16:10,646 --> 00:16:13,646 Ο Θεός θέλει την ψυχή της αγνή, όταν θα την υποδεχτεί. 196 00:16:13,729 --> 00:16:17,146 Ο Θεός θα 'πρεπε να ξέρει… Ο ίδιος την έπλασε έτσι. 197 00:16:18,021 --> 00:16:20,562 Αν λέει ότι δεν θα φύγει, τότε δεν θα φύγει! 198 00:16:27,562 --> 00:16:29,479 Ο χρόνος την ξέχασε. 199 00:16:29,562 --> 00:16:32,521 Μέρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια. 200 00:16:32,604 --> 00:16:36,104 Περιστροφές γύρω απ' τον Ήλιο έκανε ο ασήμαντος πλανήτης. 201 00:16:37,187 --> 00:16:38,354 Κι έπειτα… 202 00:16:38,437 --> 00:16:39,271 Ίζαμπελ! 203 00:16:40,229 --> 00:16:43,229 Πέντε περιστροφές μετά και όλα έχουν αλλάξει. 204 00:16:43,312 --> 00:16:44,146 Ίζαμπελ! 205 00:16:44,854 --> 00:16:46,604 Λίγο ακόμη, σε παρακαλώ. 206 00:16:46,687 --> 00:16:48,687 Δεν μπορείς καν να το διαβάσεις. 207 00:16:48,771 --> 00:16:50,229 Κάτι διαβάζω. 208 00:16:50,312 --> 00:16:51,187 Για ύπνο. 209 00:16:52,062 --> 00:16:53,854 Το έχω ήδη πει τρεις φορές. 210 00:16:59,187 --> 00:17:01,521 -Όχι. -Έναν χορό στα γρήγορα. 211 00:17:01,604 --> 00:17:02,604 Όχι. 212 00:17:02,687 --> 00:17:03,896 Μόνο έναν. 213 00:17:03,979 --> 00:17:05,854 Μα είναι ώρα για ύπνο. 214 00:17:06,396 --> 00:17:07,271 Μόνο έναν. 215 00:17:08,271 --> 00:17:09,312 Κύριέ μου. 216 00:17:15,854 --> 00:17:16,812 Βλέπεις; 217 00:17:16,896 --> 00:17:18,854 Έχεις βελτιωθεί. 218 00:17:19,562 --> 00:17:21,396 Νομίζω ότι είσαι σχεδόν έτοιμη. 219 00:17:22,646 --> 00:17:25,104 -Χρειαζόμαστε μουσική. -Όχι. 220 00:17:25,687 --> 00:17:28,979 Για να μάθουμε να χορεύουμε, χρειαζόμαστε μόνο αριθμούς. 221 00:17:32,521 --> 00:17:37,396 Ένα, δύο, τρία. 222 00:17:37,479 --> 00:17:39,312 Βήμα, δύο, τρία. 223 00:17:39,396 --> 00:17:40,604 Στροφή, δύο, τρία. 224 00:17:40,687 --> 00:17:43,937 Θεία, χρειαζόμαστε μουσική. Σωστά; 225 00:17:44,021 --> 00:17:45,604 Χρειαζόμαστε ύπνο. 226 00:17:46,229 --> 00:17:47,646 Είσαι απίστευτα βαρετή. 227 00:17:48,354 --> 00:17:49,312 Σοβαρά; 228 00:17:50,021 --> 00:17:51,854 Ξέρεις να χορεύεις; 229 00:17:51,937 --> 00:17:54,312 Φυσικά και ξέρω να χορεύω, νεαρή. 230 00:17:54,396 --> 00:17:56,062 Δεν σε έχω δει να χορεύεις. 231 00:17:56,146 --> 00:17:57,521 Έχει δίκιο, Πέρντι. 232 00:17:57,604 --> 00:17:59,687 Ξέρω πολύ καλά. 233 00:18:01,104 --> 00:18:03,604 -Όχι… -Μόνο έναν. 234 00:18:05,062 --> 00:18:07,604 Ας δείξουμε στη μικρή πώς γίνεται. 235 00:18:22,479 --> 00:18:25,896 Ένα, δύο, τρία. 236 00:18:25,979 --> 00:18:27,562 Βήμα, δύο, τρία. 237 00:18:27,646 --> 00:18:29,854 Στροφή, δύο, τρία. 238 00:18:29,937 --> 00:18:34,521 Ένα, δύο, τρία. 239 00:18:51,479 --> 00:18:54,854 Η Βάιολα έχει ξεπεράσει τις προβλέψεις γιατρών και ιερέων. 240 00:18:55,479 --> 00:18:59,312 Κρατιόταν στη ζωή από πείσμα και μόνο, ψιθύριζαν κάποιοι. 241 00:18:59,854 --> 00:19:00,729 Μαμά, σηκώθηκες! 242 00:19:00,812 --> 00:19:04,104 Ίζαμπελ, ξέρεις ότι δεν πρέπει να πλησιάζεις τη μαμά. 243 00:19:04,187 --> 00:19:06,562 Γιατί σηκώθηκες; Θα πουντιάσεις. 244 00:19:06,646 --> 00:19:08,729 Δεν ήθελα να χάσω τη χοροεσπερίδα. 245 00:19:09,812 --> 00:19:12,979 Πάμε στο δωμάτιό σου. Θα σου βράσω μερικά βότανα. 246 00:19:13,062 --> 00:19:15,937 Δεν θέλω βότανα. Θέλω να μιλήσω στην κόρη μου. 247 00:19:45,479 --> 00:19:46,854 Πήγαινέ με στο κρεβάτι. 248 00:19:49,021 --> 00:19:49,854 Φυσικά. 249 00:20:22,146 --> 00:20:24,062 -Ζητώ συγγνώμη. -Δεν χρειάζεται. 250 00:20:24,146 --> 00:20:26,896 -Μπορώ να χορέψω μαζί του. -Το ξέρω. 251 00:20:27,687 --> 00:20:29,646 Μπορώ να χορέψω με τον άντρα μου. 252 00:20:31,729 --> 00:20:33,896 Δεν χρειάζεται να το αναλάβεις εσύ. 253 00:20:34,937 --> 00:20:36,354 Ούτε οτιδήποτε άλλο. 254 00:20:37,146 --> 00:20:38,229 Δεν είχα σκοπό. 255 00:20:42,271 --> 00:20:43,396 Καλό βράδυ, αδερφή. 256 00:20:48,104 --> 00:20:51,229 Στο χωριό έλεγαν ότι ο Χάρος είχε έρθει για τη Βάιολα. 257 00:20:51,729 --> 00:20:53,104 Ερχόταν κάθε βράδυ. 258 00:20:53,187 --> 00:20:54,646 Τα πρώτα χρόνια… 259 00:20:55,146 --> 00:20:58,396 μια μαύρη άμαξα που την έσερνε άλογο με κόκκινα μάτια 260 00:20:58,479 --> 00:21:00,437 έβρισκε την έπαυλη Μπλάι κλειστή. 261 00:21:01,187 --> 00:21:05,062 Ο αμαξάς με τη μαύρη του άμαξα έβρισκε την πόρτα κλειστή τόσο συχνά, 262 00:21:05,854 --> 00:21:08,104 που σταμάτησε να περνάει απ' το Μπλάι. 263 00:21:16,604 --> 00:21:19,271 Ξαπλώναμε η αγάπη μου κι εγώ 264 00:21:20,437 --> 00:21:23,062 Κάτω από την κλαίουσα ιτιά 265 00:21:24,896 --> 00:21:27,896 Τώρα ξαπλώνω μοναχή 266 00:21:29,104 --> 00:21:31,937 Και κλαίω πλάι στο δεντρί 267 00:21:33,021 --> 00:21:37,104 Και τραγουδώ "Αχ, ιτιά μου μοναχή" 268 00:21:38,104 --> 00:21:41,354 Πλάι στο δέντρο και κλαίμε μαζί 269 00:21:42,354 --> 00:21:46,271 Και τραγουδώ "Αχ, ιτιά μου μοναχή" 270 00:21:47,104 --> 00:21:51,021 Ώσπου η αγάπη μου ξανά να 'ρθεί 271 00:22:08,771 --> 00:22:11,687 -Θέλω να κοιμηθώ μαζί της. -Δεν γίνεται, Βάιολα. 272 00:22:12,396 --> 00:22:14,021 Νιώθω καλύτερα σήμερα. 273 00:22:14,104 --> 00:22:17,521 Αυτό λες κάθε μέρα, ενώ φαίνεται ότι χειροτερεύεις διαρκώς. 274 00:22:22,021 --> 00:22:24,146 Η λαίδη του Μπλάι. 275 00:22:24,229 --> 00:22:25,312 Δεν έχω φιλοδοξίες. 276 00:22:25,396 --> 00:22:27,062 -Τι ψέμα. -Βάιολα… 277 00:22:27,146 --> 00:22:29,229 -Δεν έχω. -Ψέμα. 278 00:22:34,687 --> 00:22:37,896 Αν με κοιτάει πού και πού, είναι από μοναξιά. 279 00:22:38,396 --> 00:22:39,979 Άνθρωπος είναι. 280 00:22:40,062 --> 00:22:43,396 Πέντε χρόνια τώρα, το μόνο συζυγικό καθήκον που εκπληρώνει 281 00:22:43,479 --> 00:22:44,604 είναι του πένθους. 282 00:22:54,646 --> 00:22:56,771 -Δεν θα το επιτρέψω. -Όχι. 283 00:22:57,437 --> 00:22:58,812 Το ξέρω, το πρόσεξα. 284 00:23:01,604 --> 00:23:03,187 Σκέψου τη μικρή. 285 00:23:04,396 --> 00:23:05,396 Την Ίζαμπελ. 286 00:23:06,562 --> 00:23:09,979 Πώς θα συνεχίσει; Πώς θα σε θυμάται; 287 00:23:10,062 --> 00:23:12,729 Αυτόν τον εαυτό σου θα θυμάται; 288 00:23:14,354 --> 00:23:17,062 Διότι, και το λέω με αγάπη, είναι ό,τι χειρότερο. 289 00:23:26,771 --> 00:23:30,146 Λίγο πριν από το έκτο έτος του ζωντανού θανάτου της Βάιολα, 290 00:23:30,229 --> 00:23:34,271 κάλεσε να φέρουν στο δωμάτιό της όσα κοσμήματα και ρούχα είχε συγκεντρώσει 291 00:23:34,354 --> 00:23:35,854 το διάστημα πριν νοσήσει. 292 00:24:25,896 --> 00:24:28,312 Δεν θέλω να θαφτώ με τα δαχτυλίδια μου. 293 00:24:29,146 --> 00:24:30,562 Ούτε με τα φορέματά μου. 294 00:24:31,604 --> 00:24:35,062 Τα δαχτυλίδια μου, η δαντέλα μου και το μετάξι μου 295 00:24:36,896 --> 00:24:40,854 μπορώ να πω, δίχως ματαιοδοξία πλέον, ότι δεν μου χρειάζονται. 296 00:24:44,104 --> 00:24:46,979 Θα είναι σπουδαία κληρονομιά για την κόρη μας. 297 00:24:49,437 --> 00:24:50,521 Θα τα κρατήσεις. 298 00:24:51,937 --> 00:24:54,146 Θα τα φυλάξεις για εκείνη. 299 00:24:55,062 --> 00:24:56,979 Μέχρι να αρχίσουν να της κάνουν. 300 00:24:59,437 --> 00:25:00,604 Έχουν σκεπαστεί… 301 00:25:01,604 --> 00:25:03,146 με ροδοπέταλα. 302 00:25:04,312 --> 00:25:07,896 Για να διατηρηθεί το χρώμα τους μες στο μοσχομυριστό σκοτάδι. 303 00:25:09,104 --> 00:25:10,771 Μου το υπόσχεσαι, Άρθουρ; 304 00:25:12,687 --> 00:25:14,021 Τι να υποσχεθώ; 305 00:25:14,104 --> 00:25:16,312 Ότι θα τα κρατήσεις για την κόρη μας. 306 00:25:17,187 --> 00:25:20,562 Θα κρατήσεις το κλειδί και δεν θα το δώσεις σε κανέναν, 307 00:25:21,229 --> 00:25:23,896 μόνο στο παιδί μας. 308 00:25:26,271 --> 00:25:27,104 Υποσχέσου το. 309 00:25:28,396 --> 00:25:29,437 Σου το υπόσχομαι. 310 00:25:50,729 --> 00:25:53,229 Καθώς εν καιρώ τα οικονομικά χειροτέρευαν, 311 00:25:53,771 --> 00:25:56,062 ο Άρθουρ ταξίδευε όλο και πιο συχνά, 312 00:25:56,146 --> 00:25:59,562 μακριά, πέρα απ' τις θάλασσες, σε μέρη εξωτικά και πλούσια. 313 00:26:04,771 --> 00:26:08,021 Και χωρίς τον Άρθουρ, παραμερίστηκαν κι οι προφάσεις. 314 00:26:08,771 --> 00:26:10,312 Ίσως ήταν η ώρα. 315 00:26:10,396 --> 00:26:13,771 Ίσως τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο φτάνουν σ' αυτό το σημείο, 316 00:26:13,854 --> 00:26:16,854 πέρα απ' το οποίο άλλο βάρος δεν σηκώνουν. 317 00:26:16,937 --> 00:26:17,896 Εκείνη τη νύχτα, 318 00:26:17,979 --> 00:26:21,812 καθώς η Πέρντιτα φρόντιζε την αδερφή της, της ήρθε μια σκέψη. 319 00:26:21,896 --> 00:26:24,896 Τη λέξη την είχε σκεφτεί πριν από έναν ολόκληρο χρόνο. 320 00:26:24,979 --> 00:26:29,396 Σαν την ενόχληση στα πνευμόνια της Βάιολα, είχε ευδοκιμήσει στα κρυφά. 321 00:26:29,979 --> 00:26:33,646 Η λέξη επισκίαζε τη σκέψη της τις νύχτες, αλλά και τις μέρες. 322 00:26:34,146 --> 00:26:37,479 Ξεκίνησε απ' το στήθος, όπως κι η αρρώστια της Βάιολα. 323 00:26:39,396 --> 00:26:41,479 Κι απλωνόταν, επίμονα. 324 00:26:41,562 --> 00:26:43,646 Ένα ψιθύρισμα στο αφτί, 325 00:26:43,729 --> 00:26:45,271 μετά σ' ολάκερο τον νου. 326 00:26:45,354 --> 00:26:50,271 Και τώρα η λέξη ξεγλιστρούσε προς τον ώμο και τον αγκώνα, 327 00:26:50,354 --> 00:26:52,854 μέχρι η που λέξη ζωντάνεψε στην παλάμη της. 328 00:26:53,896 --> 00:26:55,687 Η λέξη ήταν… 329 00:26:56,354 --> 00:26:57,229 έλεος. 330 00:26:58,104 --> 00:26:59,062 Και η λέξη… 331 00:26:59,646 --> 00:27:00,646 ήταν ψέμα. 332 00:27:03,312 --> 00:27:06,854 Διότι δεν είχε το έλεος στον νου, ούτε στην καρδιά της, 333 00:27:06,937 --> 00:27:08,521 καθώς κίνησε την παλάμη. 334 00:27:08,604 --> 00:27:12,521 Ήταν κάθε χαστούκι, κάθε προσβολή και κάθε μέρα που είχε περάσει. 335 00:27:12,604 --> 00:27:15,104 Κάθε στιγμή μετά την τελευταία εξομολόγηση. 336 00:27:15,812 --> 00:27:19,604 Εκείνη είχε μολυνθεί από άλλη λέξη όλον αυτόν τον καιρό. 337 00:27:19,687 --> 00:27:22,896 Η λέξη δεν ήταν το έλεος, συνειδητοποίησε στο τέλος. 338 00:27:22,979 --> 00:27:26,729 Όχι, εξαρχής η λέξη ήταν… 339 00:27:27,687 --> 00:27:28,521 "αρκετά". 340 00:28:03,312 --> 00:28:06,812 Ο Άρθουρ υπέμεινε την απώλεια με ηρεμία και γενναιότητα. 341 00:28:36,187 --> 00:28:38,479 ΝΑ ΦΥΛΑΧΘΕΙ 342 00:28:45,812 --> 00:28:49,896 Ως προς τον χήρο, που πλέον ήταν ο λόρδος του Μπλάι από κάθε άποψη, 343 00:28:49,979 --> 00:28:53,271 θεωρήθηκε ότι πολύ σύντομα θα παντρευόταν ξανά. 344 00:28:53,354 --> 00:28:58,562 Υπήρχαν αρκετές νεαρές κοπέλες, κι όμως, χωρίς να ευθύνονται εκείνες, 345 00:28:58,646 --> 00:29:03,062 έξι μήνες μετά την επιστροφή του, η πρόβλεψη δεν είχε επαληθευτεί. 346 00:29:04,271 --> 00:29:07,937 Καθώς στα μάτια της Πέρντιτα εκείνος ένιωθε την ηχώ της Βάιολα, 347 00:29:08,562 --> 00:29:10,187 μια ηχώ που δυνάμωνε 348 00:29:11,229 --> 00:29:13,396 και σκέπαζε το τραγούδι άλλων. 349 00:29:15,979 --> 00:29:18,687 Παντρεύτηκαν εν στενώ κύκλω, όπως άρμοζε. 350 00:29:19,854 --> 00:29:21,104 Σχεδόν μυστικά. 351 00:29:21,646 --> 00:29:25,021 Με την ελπίδα, σύμφωνα με τους αστεϊσμούς κάποιων, 352 00:29:25,104 --> 00:29:27,646 ότι η αείμνηστη Βάιολα δεν θα το μάθαινε. 353 00:29:27,729 --> 00:29:29,396 ΒΑΪΟΛΑ ΛΟΪΝΤ, 35 ΕΤΩΝ 1645-1680 354 00:29:30,187 --> 00:29:31,562 Την πρώτη νύχτα του γάμου, 355 00:29:31,646 --> 00:29:35,354 καθώς η Πέρντιτα καταλάμβανε το κρεβάτι που ανήκε στην αδερφή της, 356 00:29:35,437 --> 00:29:38,187 κάθε πλευρά αποκόμιζε αυτό που είχε επιθυμήσει. 357 00:29:39,687 --> 00:29:41,771 Ο Άρθουρ μια όμορφη γυναίκα, 358 00:29:41,854 --> 00:29:44,562 την οποία γνώριζε ήδη λόγω συγγένειας. 359 00:29:45,729 --> 00:29:48,771 Οι επιθυμίες της Πέρντιτα, όμως, όπως θα παρατηρήσατε, 360 00:29:48,854 --> 00:29:50,562 παρέμεναν μυστήριο. 361 00:29:54,437 --> 00:29:56,604 Τα πρώτα τρία χρόνια του γάμου τους, 362 00:29:56,687 --> 00:30:00,104 η νέα κυρία Λόιντ δεν μπόρεσε να αποκτήσει δικά της παιδιά. 363 00:30:02,187 --> 00:30:03,229 Η θετή κόρη 364 00:30:03,979 --> 00:30:07,562 αρνιόταν σε κάθε περίσταση να τη δει ως μητέρα. 365 00:30:42,021 --> 00:30:45,104 Ο Άρθουρ, στο μεταξύ, είχε υποστεί οικονομικές απώλειες. 366 00:30:45,896 --> 00:30:49,354 Η νέα κατάσταση επέβαλε περιορισμούς στα έξοδα. 367 00:30:50,146 --> 00:30:54,354 Η Πέρντιτα, εξ ανάγκης, ήταν λιγότερο σπουδαία λαίδη από ό,τι η αδερφή της. 368 00:30:57,646 --> 00:30:59,146 Είχε διαπιστώσει από καιρό 369 00:30:59,229 --> 00:31:01,604 ότι η τεράστια γκαρνταρόμπα της αδερφής της 370 00:31:01,687 --> 00:31:04,271 βρισκόταν μανταλωμένη, προς όφελος της κόρης 371 00:31:04,354 --> 00:31:06,979 και ότι περίμενε αγωνιωδώς στο δυσάρεστο σκότος, 372 00:31:07,062 --> 00:31:08,604 μες στη σκόνη της σοφίτας. 373 00:31:09,521 --> 00:31:10,729 Ήταν απεχθής η σκέψη 374 00:31:10,812 --> 00:31:14,729 ότι τα εξαίσια υφάσματα έπρεπε να περιμένουν τα καπρίτσια ενός… 375 00:31:14,812 --> 00:31:16,062 κοριτσιού. 376 00:31:16,146 --> 00:31:19,979 Συνεπώς… τον έκτο χρόνο μετά τον θάνατο της Βάιολα, 377 00:31:22,354 --> 00:31:24,229 η Πέρντιτα έφτασε στα όριά της. 378 00:31:25,437 --> 00:31:26,896 Το σπίτι ρημάζει. 379 00:31:27,687 --> 00:31:29,479 Οικονομικά έχουμε καταστραφεί. 380 00:31:30,187 --> 00:31:31,354 Έχουμε τη λύση 381 00:31:31,896 --> 00:31:33,271 πάνω απ' το κεφάλι μας. 382 00:31:33,896 --> 00:31:36,312 Δεν έχουμε λεφτά ούτε για οικονόμο, 383 00:31:36,396 --> 00:31:39,646 και έχουμε κλειδωμένα μετάξια, κοσμήματα, λινά. 384 00:31:39,729 --> 00:31:42,437 -Πέρντιτα… -Σίγουρα αρκούν για να ορθοποδήσουμε. 385 00:31:42,521 --> 00:31:44,729 -Όχι. -Θα το ήθελε κι εκείνη. 386 00:31:45,354 --> 00:31:48,187 Αν είχε προβλέψει πόσο θα χειροτέρευε η κατάσταση, 387 00:31:48,271 --> 00:31:50,146 πόσο θα τη χειροτέρευες… 388 00:31:51,354 --> 00:31:52,604 -Εγώ; -Ναι, εσύ. 389 00:31:53,187 --> 00:31:56,437 Ή μήπως δεν ευθύνεσαι εσύ για τα οικονομικά μας, σύζυγε; 390 00:31:57,062 --> 00:31:59,771 Ποιος κατέστρεψε την περιουσία μας; 391 00:32:01,729 --> 00:32:04,187 Η αδερφή μου επιθυμούσε την ευημερία του Μπλάι, 392 00:32:04,271 --> 00:32:07,687 θα έκανε τα αδύνατα δυνατά για να σώσει την έπαυλη, 393 00:32:07,771 --> 00:32:08,854 και το ξέρεις. 394 00:32:08,937 --> 00:32:10,021 Είναι της Ίζαμπελ. 395 00:32:10,104 --> 00:32:11,729 Η έπαυλη είναι της Ίζαμπελ! 396 00:32:12,521 --> 00:32:15,479 Και θα επιτρέψουμε να ρημάξει πριν καν ενηλικιωθεί; 397 00:32:15,562 --> 00:32:17,854 Για τελευταία φορά, Πέρντιτα, 398 00:32:19,146 --> 00:32:20,729 αποκλείεται. 399 00:32:20,812 --> 00:32:24,646 Και θα δυσαρεστηθώ σοβαρά αν επαναφέρεις το θέμα. 400 00:32:24,729 --> 00:32:25,562 Πολύ καλά. 401 00:32:26,271 --> 00:32:28,937 Χαίρομαι που ξέρω σε τι εκτίμηση μ' έχεις. 402 00:32:29,021 --> 00:32:31,729 Με θυσιάζεις για ένα καπρίτσιο. 403 00:32:36,854 --> 00:32:39,646 Δεν είναι καπρίτσιο, καλή μου. 404 00:32:41,479 --> 00:32:42,646 Είναι υπόσχεση. 405 00:32:43,729 --> 00:32:44,896 Όρκος. 406 00:32:44,979 --> 00:32:45,896 Όρκος; 407 00:32:47,896 --> 00:32:48,771 Στη Βάιολα. 408 00:32:49,937 --> 00:32:50,771 Φυσικά. 409 00:32:51,687 --> 00:32:53,896 Μην πατήσουμε τον όρκο μας στη Βάιολα. 410 00:32:55,271 --> 00:32:58,604 Με ποιο δικαίωμα, όμως η Βάιολα χαραμίζει το μέλλον μας; 411 00:33:00,479 --> 00:33:04,229 Με ποιο δικαίωμα σε αναγκάζει να γίνεις κακός και σκληρός; 412 00:33:04,312 --> 00:33:05,854 Αρκετά. 413 00:36:03,021 --> 00:36:03,854 Πέρντιτα; 414 00:36:46,771 --> 00:36:48,979 Επιστρέφουμε, αγαπητέ ακροατή, 415 00:36:49,062 --> 00:36:50,521 σε μια άλλη βραδιά. 416 00:36:50,604 --> 00:36:53,312 Τη νύχτα που θα κοιμόταν η Βάιολα. 417 00:39:29,104 --> 00:39:30,229 Κοιμόταν. 418 00:39:33,271 --> 00:39:34,354 Ξυπνούσε. 419 00:39:45,229 --> 00:39:46,562 Περπατούσε. 420 00:40:23,229 --> 00:40:24,437 Κοιμόταν. 421 00:40:26,896 --> 00:40:28,271 Ξυπνούσε. 422 00:40:30,604 --> 00:40:31,646 Περπατούσε. 423 00:40:36,396 --> 00:40:37,854 Και ο χρόνος κυλούσε. 424 00:40:38,729 --> 00:40:41,937 Πόσος καιρός; Αδύνατον να λογαριαστεί. 425 00:40:53,354 --> 00:40:54,187 Κοιμάται. 426 00:40:55,979 --> 00:40:56,812 Ξυπνάει. 427 00:40:58,854 --> 00:40:59,687 Περπατάει. 428 00:41:02,854 --> 00:41:03,812 Κοιμάται. 429 00:41:03,896 --> 00:41:05,062 Ξυπνάει. 430 00:41:05,146 --> 00:41:06,437 Περπατάει. 431 00:41:09,062 --> 00:41:11,271 Και εν καιρώ, όπως κάνουμε όλοι, 432 00:41:12,146 --> 00:41:13,396 παραδέχτηκε τα πάντα. 433 00:41:18,771 --> 00:41:20,479 Παραδέχτηκε ότι είχε πεθάνει. 434 00:41:21,104 --> 00:41:23,104 Ότι ο σύζυγος πήγε παρακάτω. 435 00:41:23,812 --> 00:41:26,562 Ότι η κόρη της μεγάλωνε δίχως εκείνη. 436 00:41:28,562 --> 00:41:31,521 Και παραδέχτηκε ότι το δωμάτιό της ήταν ένα όνειρο. 437 00:41:31,604 --> 00:41:32,812 Μια κατασκευή, 438 00:41:32,896 --> 00:41:34,312 ένα ψέμα, προτιμότερο… 439 00:41:35,229 --> 00:41:37,354 από την αλήθεια του σεντουκιού. 440 00:41:38,521 --> 00:41:41,896 Εκεί, όμως, την περίμενε, στο τέλος αυτού του καθαρτηρίου, 441 00:41:42,521 --> 00:41:46,354 μια ανταμοιβή, γνωρίζοντας ότι μια μέρα θα ανοίξει η πόρτα. 442 00:41:47,021 --> 00:41:49,729 Μια μέρα οι κλειδαριές θα συναντούσαν τα κλειδιά, 443 00:41:49,812 --> 00:41:53,396 μια μέρα η Ίζαμπελ θα άνοιγε το σεντούκι της μαμάς της 444 00:41:53,479 --> 00:41:55,354 και θα διεκδικούσε την ανταμοιβή. 445 00:41:55,979 --> 00:41:57,729 Και τις δύο ανταμοιβές. 446 00:41:57,812 --> 00:42:00,521 Περνούσαν οι μέρες, περνούσαν οι νύχτες, 447 00:42:01,646 --> 00:42:04,771 η θάλασσα του χρόνου, κι έφτασε επιτέλους η στιγμή. 448 00:43:01,479 --> 00:43:03,062 Όταν αντίκρισε τον άντρα της, 449 00:43:03,146 --> 00:43:06,854 δεν είδε τις αλλαγές που σκάβει ο χρόνος, μόνο τη θλίψη του. 450 00:43:07,646 --> 00:43:08,479 Αυτό μόνο. 451 00:43:09,062 --> 00:43:10,896 Κι έτσι, φορτισμένη… 452 00:43:12,187 --> 00:43:13,854 κοιμήθηκε και περίμενε. 453 00:43:34,604 --> 00:43:35,521 ΠΕΡΝΤΙΤΑ ΛΟΪΝΤ 454 00:43:35,604 --> 00:43:38,396 Κήδεψαν τη λαίδη Πέρντιτα και ξεκίνησαν νέα ζωή. 455 00:43:39,187 --> 00:43:41,896 Υπήρχαν αναδουλειές, η έπαυλη χάθηκε. 456 00:43:41,979 --> 00:43:44,271 Όχι στα χαρτιά, αλλά στην καρδιά. 457 00:43:44,354 --> 00:43:46,187 Θα μετακόμιζαν. 458 00:43:46,271 --> 00:43:49,479 Θα πουλούσαν την έπαυλη γυρεύοντας μια ήσυχη ζωή, μικρότερη, 459 00:43:49,562 --> 00:43:51,062 μόνο για τους δυο τους. 460 00:43:51,729 --> 00:43:53,062 Οι δυο τους, μαζί… 461 00:43:54,312 --> 00:43:55,146 με τη Βάιολα. 462 00:43:56,146 --> 00:43:58,937 Επιτέλους. Τουλάχιστον θα ήταν μαζί τους. 463 00:43:59,687 --> 00:44:01,771 Με τον άντρα της και την κόρη της. 464 00:44:01,854 --> 00:44:05,687 Τι κι αν δεν την έβλεπαν, δεν την άγγιζαν, δεν την άκουγαν. 465 00:44:06,271 --> 00:44:07,271 Δεν είχε σημασία. 466 00:44:07,354 --> 00:44:09,812 Θα ήταν μαζί, μόνο αυτό είχε σημασία. 467 00:44:12,771 --> 00:44:14,146 Έφευγαν απ' το Μπλάι, 468 00:44:14,229 --> 00:44:17,021 αφήνοντας πίσω ό,τι υπάρχοντα τους είχαν απομείνει. 469 00:44:17,104 --> 00:44:20,396 Ανταμοιβή για όλα αυτά τα χρόνια της απομόνωσής της. 470 00:44:20,479 --> 00:44:23,396 Για τη θλίψη στην κουρασμένη καρδιά της. 471 00:44:23,896 --> 00:44:26,729 Ο Άρθουρ, όμως, είχε γίνει προληπτικός, 472 00:44:26,812 --> 00:44:29,896 απ' όταν είδε τη φρίκη στο άψυχο πρόσωπο της Πέρντιτα. 473 00:44:30,396 --> 00:44:34,437 Η προκατάληψή του αψηφούσε τη λογική, αλλά εκείνος ήταν σίγουρος. 474 00:44:34,521 --> 00:44:36,729 Η κατάρα που του στέρησε τη δεύτερη σύζυγο 475 00:44:36,812 --> 00:44:40,562 δεν έπρεπε να τυλίξει την κόρη του στα παγωμένα χέρια της. 476 00:44:40,646 --> 00:44:42,646 Ούτε την κόρη του ούτε κανέναν άλλον. 477 00:44:51,521 --> 00:44:55,146 Αυτή η έσχατη προσβολή εξοστρακισμού στα βάθη ενός έλους, 478 00:44:55,229 --> 00:44:57,354 ενώ η κόρη της θα γινόταν γυναίκα, 479 00:44:57,896 --> 00:44:59,896 αυτή η απόλυτη εγκατάλειψη… 480 00:45:03,479 --> 00:45:05,562 κομμάτιασε την καρδιά της Βάιολα. 481 00:45:06,729 --> 00:45:10,104 Η αίσθηση ότι την τραβούσε κάποιο άλλο μέρος, 482 00:45:10,187 --> 00:45:11,687 μια μακρινή επικράτεια, 483 00:45:11,771 --> 00:45:14,062 είχε εξασθενήσει με τα χρόνια. 484 00:45:14,146 --> 00:45:16,937 Τώρα, όμως, την απέρριπτε εντελώς. 485 00:45:17,021 --> 00:45:19,771 Με κάθε ρανίδα της ισχυρής θέλησής της. 486 00:45:19,854 --> 00:45:23,104 Όπως όταν ήταν άρρωστη, τότε που, ενάντια σε κάθε πιθανότητα, 487 00:45:23,187 --> 00:45:25,479 η Βάιολα δεν έφευγε. 488 00:45:26,604 --> 00:45:30,396 Η πρωτότοκη κόρη του Γουίλομπι, η άλλοτε λαίδη Λόιντ του Μπλάι, 489 00:45:31,146 --> 00:45:34,354 παρέμενε, όπως ψιθυριζόταν, από πείσμα και μόνο. 490 00:45:36,771 --> 00:45:41,104 Αγνοώντας την έλξη του επόμενου κόσμου, δημιούργησε τη δική της βαρύτητα, 491 00:45:41,646 --> 00:45:43,354 τη βαρύτητα της θέλησής της, 492 00:45:43,437 --> 00:45:46,812 που θα άλλαζε παντοτινά το τοπίο της έπαυλης του Μπλάι. 493 00:45:46,896 --> 00:45:48,229 Και έτσι, ξανά… 494 00:45:48,312 --> 00:45:49,396 κοιμόταν. 495 00:46:01,562 --> 00:46:02,687 Ξυπνούσε. 496 00:46:13,562 --> 00:46:14,812 Και περπατούσε. 497 00:46:18,896 --> 00:46:20,687 Σαν να 'χε ξυπνήσει από εφιάλτη, 498 00:46:20,771 --> 00:46:22,854 περπατούσε προς το σπίτι της, 499 00:46:22,937 --> 00:46:26,146 νιώθοντας κάθε φορά ότι ήταν ένα όνειρο. 500 00:46:29,979 --> 00:46:32,437 Νιώθοντας ότι, αν μπει στο δωμάτιό της, 501 00:46:32,521 --> 00:46:34,896 που κάποτε μοιραζόταν με τον σύζυγό της 502 00:46:35,937 --> 00:46:37,062 και το βρέφος τους, 503 00:46:37,937 --> 00:46:40,354 ίσως ο εφιάλτης να καταλάγιαζε. 504 00:46:41,312 --> 00:46:44,146 Ότι θα μπορούσε να τρυπώσει στα ζεστά σκεπάσματα, 505 00:46:44,229 --> 00:46:46,812 να κουρνιάξει στον κόρφο της οικογένειάς της, 506 00:46:47,312 --> 00:46:48,646 που την περίμενε τόσο καιρό. 507 00:46:50,229 --> 00:46:51,312 Κι αντίκριζε… 508 00:46:51,937 --> 00:46:53,104 το αδειανό κρεβάτι… 509 00:46:54,521 --> 00:46:55,687 και τότε θυμόταν. 510 00:46:58,021 --> 00:47:00,396 Και η θύμηση άνοιγε νέα πληγή. 511 00:47:22,812 --> 00:47:26,562 Η καρδιά της κομματιαζόταν ξανά, φλεγόταν στον κόρφο της. 512 00:47:27,104 --> 00:47:29,521 Ένας οξύς πόνος που ήλπιζε να καταλαγιάσει 513 00:47:30,062 --> 00:47:32,812 στα παγωμένα, ελώδη νερά της νέας της έπαυλης, 514 00:47:33,312 --> 00:47:34,562 του νέου της σπιτιού. 515 00:47:36,271 --> 00:47:38,229 Κι έτσι… κοιμόταν 516 00:47:38,771 --> 00:47:39,979 και ξεχνούσε. 517 00:47:40,979 --> 00:47:43,021 Κι αφού είχε ξεχάσει, ξυπνούσε. 518 00:47:46,354 --> 00:47:47,562 Περπατούσε. 519 00:47:49,937 --> 00:47:52,271 Πόσες νύχτες, πόσοι περίπατοι… 520 00:47:53,146 --> 00:47:54,729 Είχε χάσει λογαριασμό. 521 00:47:54,812 --> 00:47:56,479 Εστίαζε μόνο μπροστά, 522 00:47:56,562 --> 00:47:58,979 στο κρεβάτι μόνο που επιθυμούσε, 523 00:47:59,062 --> 00:48:03,729 και στην κόρη που, κάθε φορά που ξυπνούσε, πίστευε ότι θα την περίμενε εκεί. 524 00:48:15,937 --> 00:48:18,896 Δεν συνειδητοποιούσε ότι είχε περάσει μία δεκαετία, 525 00:48:19,437 --> 00:48:22,229 ούτε ότι μετά από επιδημία πανούκλας στο χωριό, 526 00:48:22,312 --> 00:48:25,646 η άδεια έπαυλη μετατράπηκε σε καραντίνα για την πανώλη 527 00:48:25,729 --> 00:48:27,646 που θέριζε την παλιά της κοινότητα. 528 00:48:29,729 --> 00:48:30,646 Πού είναι; 529 00:48:35,812 --> 00:48:36,979 Τι κάνεις εδώ; 530 00:48:42,812 --> 00:48:43,771 Κινδυνεύεις. 531 00:48:44,354 --> 00:48:45,854 Μην μπαίνεις χωρίς προστ… 532 00:48:47,562 --> 00:48:48,396 Πού; 533 00:48:52,354 --> 00:48:54,104 Και όπως πέθανε ο γιατρός, 534 00:48:54,646 --> 00:48:58,854 ξεχάστηκε αμέσως και προέκυψε ένα παράξενο φαινόμενο. 535 00:48:59,646 --> 00:49:02,604 Η βαρύτητά της, η επινοημένη βαρύτητά της, 536 00:49:02,687 --> 00:49:04,479 αυτή που τη δέσμευε στο κτήμα, 537 00:49:04,562 --> 00:49:06,146 στο καθαρτήριο, 538 00:49:07,146 --> 00:49:08,979 δέσμευε κι άλλους. 539 00:49:10,187 --> 00:49:11,437 Κοιμόταν. 540 00:49:11,521 --> 00:49:13,979 Και όπως συμβαίνει στα όνειρα, ξεχνούσε. 541 00:49:14,896 --> 00:49:17,312 Κι αφού είχε ξεχάσει, ξυπνούσε. 542 00:49:19,896 --> 00:49:20,854 Περπατούσε. 543 00:49:34,396 --> 00:49:37,646 Η Βάιολα ένιωσε ανεπαίσθητα την απόπειρα εξορκισμού της. 544 00:49:43,646 --> 00:49:47,979 Αλίμονο, ο καημένος ο ιερέας ήταν ο δεύτερος που βρέθηκε στον δρόμο της. 545 00:49:51,937 --> 00:49:52,979 Κοιμόταν, 546 00:49:53,562 --> 00:49:54,562 ξεχνούσε 547 00:49:54,646 --> 00:49:55,771 και ξεχνούσε 548 00:49:55,854 --> 00:49:56,937 και ξεχνούσε. 549 00:49:57,437 --> 00:49:59,104 Και με τη λήθη, 550 00:49:59,187 --> 00:50:01,312 μια πάθηση πραγματικά φρικιαστική, 551 00:50:02,771 --> 00:50:04,521 τα πάντα ξεθωριάζουν. 552 00:50:04,604 --> 00:50:05,521 Τα πάντα. 553 00:50:05,604 --> 00:50:09,021 Η σάρκα, η πέτρα, ακόμη και τα ίδια τα άστρα. 554 00:50:09,104 --> 00:50:12,729 Ο χρόνος τα σαρώνει όλα. Έτσι λειτουργεί ο κόσμος. 555 00:50:12,812 --> 00:50:15,687 Το παρελθόν υποχωρεί, οι αναμνήσεις ξεθωριάζουν 556 00:50:15,771 --> 00:50:18,479 και μαζί και το πνεύμα. 557 00:50:18,937 --> 00:50:20,604 Όλα παραδίδονται στον χρόνο, 558 00:50:21,187 --> 00:50:22,229 ακόμη κι η ψυχή. 559 00:50:24,521 --> 00:50:27,812 Ξυπνάει. Περπατάει. Ξεχνάει ακόμη περισσότερο. 560 00:50:28,771 --> 00:50:30,271 Τ' όνομά της; Το ξέχασε. 561 00:50:30,354 --> 00:50:32,271 Της αδερφής της; Το ξέχασε. 562 00:50:32,854 --> 00:50:36,812 Μαζί με τις αναμνήσεις της την εγκατέλειψε και το πρόσωπό της. 563 00:50:37,687 --> 00:50:39,354 Είχε τόσες λίγες αναμνήσεις… 564 00:50:40,187 --> 00:50:43,312 που μια νύχτα βρήκε ένα παιδί στο κρεβάτι της κόρης της 565 00:50:43,396 --> 00:50:46,396 και δεν μπορούσε να θυμηθεί ποιον ήλπιζε να δει. 566 00:50:46,896 --> 00:50:49,979 Είχε μόνο την αμυδρή αίσθηση ότι είχε περπατήσει ως εδώ 567 00:50:50,062 --> 00:50:51,896 ελπίζοντας να βρει ένα παιδί 568 00:50:51,979 --> 00:50:54,021 και μπροστά της υπήρχε ένα παιδί. 569 00:50:54,521 --> 00:50:56,729 Σίγουρα είναι το παιδί που γύρευε. 570 00:50:57,646 --> 00:50:58,479 Σίγουρα. 571 00:51:00,729 --> 00:51:01,687 Κοιμόταν. 572 00:51:02,312 --> 00:51:03,646 Και ξεθώριαζε. 573 00:51:04,146 --> 00:51:06,479 Και ξεθώριαζε. 574 00:51:08,021 --> 00:51:09,396 Μαζί και οι άλλοι. 575 00:51:10,771 --> 00:51:12,687 Οι ψυχές που έμεναν σε τροχιά, 576 00:51:15,021 --> 00:51:18,937 οι δύστυχοι που παγιδεύτηκαν στο βαρυτικό πηγάδι της έπαυλης Μπλάι. 577 00:51:22,146 --> 00:51:23,521 Κι εκείνοι ξεθώριαζαν. 578 00:51:36,646 --> 00:51:39,979 Η πρωτότοκη κόρη του Γουίλομπι, η άλλοτε λαίδη Λόιντ του Μπλάι, 579 00:51:40,062 --> 00:51:43,021 τώρα μόνο μια σκέψη, μια αίσθηση, 580 00:51:43,104 --> 00:51:47,896 ούτε καν γυναίκα, ούτε καν άνθρωπος, ούτε όνομα, ούτε πρόσωπο. 581 00:51:48,437 --> 00:51:49,437 Μόνο ανάγκη. 582 00:51:49,521 --> 00:51:50,354 Ανάγκη. 583 00:51:50,854 --> 00:51:51,854 Και μοναξιά. 584 00:51:52,646 --> 00:51:53,521 Και οργή. 585 00:51:54,104 --> 00:51:55,729 Η μοίρα της ήταν εφιαλτική. 586 00:51:56,604 --> 00:51:58,687 Μοίρα όλων όσοι παγιδεύονταν στο Μπλάι. 587 00:51:59,271 --> 00:52:03,229 Μοίρα της αδελφής της Βάιολα, ξεχασμένη τώρα στη σοφίτα. 588 00:52:03,312 --> 00:52:05,479 Αγνοώντας ότι είχε ποτέ της αδερφή 589 00:52:06,062 --> 00:52:08,104 και ότι δολοφόνησε η μία την άλλη. 590 00:52:10,021 --> 00:52:14,646 Μια μοίρα που λάχαινε σε όποιον είχε την ατυχία να βρεθεί στον δρόμο της. 591 00:52:14,729 --> 00:52:15,562 Σταμάτα. 592 00:52:16,646 --> 00:52:17,479 Σταμάτα! 593 00:52:18,812 --> 00:52:22,687 Μοίρα που έλαχε σε έναν άμοιρο υπηρέτη, πολλά χρόνια αργότερα. 594 00:52:24,354 --> 00:52:27,937 Μοίρα που λάχαινε και σε όσους πέθαναν από άλλα αίτια στο Μπλάι. 595 00:52:28,437 --> 00:52:31,229 Βρίσκονταν παγιδευμένοι στη βαρύτητα της Βάιολα, 596 00:52:32,062 --> 00:52:35,021 ακόμη κι αν δεν έπεσαν ποτέ στα ψυχρά χέρια της. 597 00:52:38,521 --> 00:52:42,729 Καμία ελπίδα για όποιον είχε τη δυστυχία να πεθάνει στο κτήμα του Μπλάι. 598 00:52:44,229 --> 00:52:46,396 Καμία ελπίδα για τα θύματα του Μπλάι, 599 00:52:46,479 --> 00:52:48,146 είτε ήταν θύματα της μοίρας, 600 00:52:48,854 --> 00:52:49,979 είτε της αδυναμίας, 601 00:52:50,687 --> 00:52:53,062 είτε νόσου, είτε συνανθρώπου. 602 00:52:57,687 --> 00:53:00,604 Και δεν διαφαινόταν ελπίδα για την γκουβερνάντα, 603 00:53:01,896 --> 00:53:04,646 που έχοντας συγκρουστεί με τόσους νεκρούς, 604 00:53:05,562 --> 00:53:08,062 τους δύστυχους ενοίκους του βαρυτικού πηγαδιού, 605 00:53:08,562 --> 00:53:11,521 που είχε πλέον πατήσει στο μονοπάτι της δικής της μοίρας. 606 00:54:23,396 --> 00:54:27,312 Υποτιτλισμός: Μάρθα Λυρώνη